Ήταν Σεπτέμβριος του 2000. Είχα αποφασίσει να συνοδεύσω τη μητέρα μου στην καθιερωμένη βδομαδιάτικη βόλτα στο σούπερ μάρκετ. Εκεί, εντόπισα ένα μικρό λουλουδένιο βιβλιαράκι με λουκέτο στο πλάι. Ρώτησα όλη απορία τη μαμά μου πού χρησιμεύει αυτό και γιατί έχει κλειδί. Αυτό είναι ένα ημερολόγιο, μου λέει. Μπορείς να γράφεις τις σκέψεις σου, τους πόθους σου, στιγμιότυπα της καθημερινότητας σου και είναι καθαρά προσωπικό, εάν εσύ δεν επιλέξεις να το μοιραστείς με κάποιον. Για αυτό και έχει κλειδαριά επάνω! Εμείς δεν είχαμε κλειδιά καλά καλά ούτε στο δωμάτιο μας! Φαντάσου πόσο ισχυρά μυστικά μπορείς να γράφεις εκεί μέσα...
Καθ'όλη την διάρκεια της διαδρομής με βασάνιζε ένα πράγμα. Τι σπουδαίο έχω να μοιραστώ με ένα τετράδιο που λειτουργεί σαν μαγικός καθρέφτης και γνωρίζει τα πάντα για μένα όπως κανένας άλλος; Να έγραφα για το πόδι; Το ήξεραν όλοι ότι είμαι κουτσή. Δεν ήταν μυστικό. Το έδειχναν ακόμη και τα τζάμια των σούπερ μάρκετ. Να έγραφα για το τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω; Ήταν τόσα πολλά επαγγέλματα που ήθελα να ακολουθήσω όταν μεγαλώσω που ένα τετραδιάκι τέτοιο δεν έφτανε να τα φιλοξενήσει. Να έγραφα για τη μέρα μου στο σχολείο; Θα ήταν βαρετό ακόμη και για ένα τετράδιο να ακούσει αυτά που είχα να πω. Ποιος νοιάζεται...
Έτσι, άνοιξα την πρώτη σελίδα και έγραψα τους τρεις πιο μεγάλους πόθους της ζωής μου. Θέλω η μαμά μου να κάνει ένα μωρό να μοιράζομαι τα παιχνίδια μου με κάποιον, θέλω να κάνω μια δουλειά που να μπορώ να βγάζω αρκετά χρήματα ώστε να βοηθήσω ανθρώπους και ζώα όταν αυτό χρειαστεί και θέλω ένα δικό μου σκύλο. Ένα χάσκι του 2000. Δεν είναι πανέμορφο;
Πήρα μια βαθιά ανάσα, ξαναδιαβάζοντας τις ευχές μου. Σα να πίστευα πως αν το διαβάσω για δεύτερη φορά, θα γίνουν πιο ισχυρές και θα πραγματοποιηθούν. Έπειτα το κλείδωσα και πήγα να το μοιραστώ με τη μαμά μου. Δε θυμάμαι το γιατί ενώ ήταν προσωπικό. Ίσως γιατί αυτή είχε την ιδέα για την αγορά του ημερολογίου και ήθελα την επιβράβευση της ορθής χρήσης.
Μια βδομάδα αργότερα, ήρθε χαρούμενη η μαμά μου στο σχολείο να με πάρει. Δεν είχαμε σχολάσει ακόμη ούτε ήμουν άρρωστη. Είχε φέρει στο σπίτι ένα λυκοσκυλάκι. Εκείνη τη στιγμή το ημερολόγιο σφράγισε σαν μικρός θεός μέσα μου και η μαμά μου ήταν η ηρωίδα μου. Κοιμόταν ήσυχα και χουχουλιάρικα σε ένα χαρτόκουτι με μια πικέ κουβερτούλα που συνηθίζαμε να στρώνουμε στη κοινόχρηστη κούνια του συγκροτήματος τα απογεύματα που παίζαμε.
Δυστυχώς, δεν κατάφερα να κρατήσω το συγκεκριμένο σκυλάκι πάνω από τέσσερις ώρες. Μόλις επέστρεψε η σπιτονοικοκυρά από την δουλειά της και το είδε, κόντεψε να πάθει εγκεφαλικό στην ιδέα ότι μπήκε σκύλος στο χώρο που φιλοξενεί τις αγαπημένες τις γατούλες και μας διέταξε να τον διώξουμε κακήν κακώς. Το σκυλάκι δόθηκε σε ένα παλικάρι που διατηρούσε βενζινάδικο στην περιοχή. Για λίγο διάστημα προσπάθησα να κρατήσω επαφή. Μετά δεν γνωρίζω τι απέγινε.
Έπειτα από αυτό το συμβάν και για όλα τα υπόλοιπα χρόνια που έμεινα με τη μαμά μου στο ίδιο σπίτι, ήταν απαγορευτικό να σκεφτώ να πάρω άλλο σκύλο αν δεν αποκτήσουμε δικό μας σπίτι με αυλή. Το οποίο αργότερα αντικαταστάθηκε με το όταν πας σε δικό σου σπίτι και αν συμφωνεί ο άντρας σου, μπορείτε να πάρετε ό,τι σκύλο εσείς θέλετε!
Πριν τρία χρόνια, γνώρισα την τωρινή μου σχέση. Ένα παλικάρι με μητέρα φυσιοθεραπεύτρια, με σπίτι το οποίο διαθέτει αυλή, δύο σκυλιά και μία γάτα! Αφού γίναμε πολύ καλοί φίλοι και γνωριστήκαμε σε σημείο που ήταν αρεστός ο ένας στον άλλον, αποφασίσαμε να δοκιμάσουμε να μείνουμε μαζί. Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο περισσότερο ήθελα να βλέπω τα σκυλάκια που ήδη είχε στο σπίτι του. Μετά όμως γυρνούσα στο σπίτι και κάτι μου έλειπε. Σιγά σιγά και αφού είδα ότι δεν έχουμε χωρίσει, άρχισε να μου γίνεται εμμονή η φράση της μητέρας μου και αφού πήρα θετική απάντηση από αυτόν άρχισα να ψάχνω τις αγγελίες μία μία για τον τέλειο σκύλο.
Στις αγγελίες έβλεπα πολλά σκυλάκια τα οποία τα συμπονούσα, γιατί υπογραμμίζονταν κάποιο κινητικό πρόβλημα ή ακόμη και οράσεως, λόγω του ότι γνώριζα από τον εαυτό μου ότι είναι δύσκολο να ανήκεις στη μειονότητα και να προσπαθείς να ξεχωρίσεις. Πόσο μάλλον αν αυτό αποτελέσει και αναγκαστικό κίνητρο σου την απόκτηση ενός σπιτιού προκειμένου να μη μείνεις στο δρόμο για πάντα και πεθάνεις από αφαγία ή από υπερβολική ταχύτητα αυτοκινήτου.
Παρ΄ότι όμως ήμουν πιο κοντά σε αυτήν την νοοτροπία, ήμουν λίγη για να έχω τα κότσια να το κάνω και έτσι συνέχισα να ψάχνω υγιή σκυλάκια με την λογική ότι δεν έχω αρκετά λεφτά και με την λογική ότι έχω ήδη αρκετά προβλήματα για να προσθέσω και άλλα στη ζωή μου.
Στο ενδιάμεσο, βρέθηκε ο Δημήτρης. Ένα παλικάρι, το οποίο έδινε ένα μικρό σκυλάκι, άριστα μορφολογικά και κλειδωμένο με τη βούλα στα τρία κιλά. Άψογος χαρακτήρας, χαδιάρης, υπάκουος, διασκεδαστικός, σχεδόν αθόρυβος. Θα ορκιζόμουν ότι ήταν το σκυλί που ήθελα από μικρή να έχω και ο πιο γρήγορος και μόνιμος έρωτας που υπήρξε ποτέ στη ζωή μου ως τώρα.
Έξι μήνες αργότερα, ο μικρός άρχισε να κλαίει και να κουτσαίνει ελαφρά. Η πρώτη επίσκεψη στον κτηνίατρο έδειξε θλάση. Του δόθηκε για 5 ημέρες μετακαμ, αλλά δεν υπήρξε καμιά διαφορά με το πέρασμα των ημερών. Η επόμενη κίνηση μας ήταν η ακτινογραφία, η οποία έδειξε ομόφωνα σε όλους τους κτηνιάτρους πως πρόκειται για ατροφία κεφαλής, το οποίο διορθώνονταν μόνο με χειρουργική επέμβαση.
Για δεκαπέντε μέρες, κόντευα να σκάσω. Ένιωθα θλίψη. Θλίψη απέναντι στον εαυτό μου, θλίψη απέναντι στο σκύλο μου. Αλλά και παράλληλα τόσο κοντά του πια. Είμασταν και οι δύο κοντοί με ανεξάρτητο νευρικό χαρακτήρα, αλλά παράλληλα χαδιάρηδες και με κουτσά ποδάρια. Αν αυτό δεν ήταν η δίδυμη αδερφή ψυχή μου τότε τι ήταν σε αυτήν την ζωή;
Λίγο καιρό αργότερα, το μικρούλι χειρουργήθηκε. Την ώρα της αναμονής κόντευα να πεθάνω από την αγωνία μου. Στο μυαλό μου τρεμόπαιζε η εικόνα της μαμάς μου την ώρα που έμπαινα εγώ σε κάποιο από τα χειρουργεία και της άφηνα το χέρι επάνω στο φορείο και η εικόνα των Αγίων Ραφαήλ Νικολάου και Ειρήνης που έβρισκα πάντα στο προσκεφάλι μου όταν πια είχα ξεκουραστεί από τα χειρουργεία, είχε υποχωρίσει πλήρως η νάρκωση και καταλάβαινα τι συμβαίνει γύρω μου. Να του άφηνα και αυτουνού μια εικονίτσα μετά. Να τον κάνουν πιο γρήγορα καλά και να έρθει τρεχάτος δίπλα μου να μου κουνήσει την ουρά του χοροπηχτά χοροπηδηχτά γεμάτος ενέργεια και κέφι όπως κάνει συνήθως... Θεέ μου πώς είναι άραγε να έχεις παιδιά και να κουβαλάς την αγωνία τους κάθε μέρα και κάθε νύχτα που υπάρχεις;
Εσύ γνωρίζεις καλύτερα το περιεχόμενο των δυσκολιών που πρέπει να περάσει ένας άνθρωπος. Εσύ, η μοίρα, η τύχη, η ανώτερη δύναμη του προγραμματισμένου συμβάντος. Πόσο ήθελα να το αποφύγω και πόσο το βρήκα μπροστά μου. Μα πόσο δύνατοι, γενναίοι και αγαπημένοι είμαστε τώρα. Μια γροθιά. Μια οικογένεια. Μια κοινή πορεία και ένας λόγος για τον οποίο βρεθήκαμε όλοι και αλληλοθαυμαζόμαστε και γινόμαστε καλύτεροι. Ο ένας για τον άλλον και καθένας για τον ίδιο του τον εαυτό.