Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

Κι όταν θα ξεφεύγω από την δουλειά, θα κοιτάζω από το παράθυρο...








Κι αν δεν ανέχεσαι τα βουρκωμένα μάτια, παίρνεις το αμάξι και τρέχεις προς την θάλασσα....










Εργασία και χαράχαχαχαχαχαχα

Η αλήθεια είναι ότι η λέξη δουλειά ήταν πάντοτε η αγαπημένη μου λέξη. Κι αυτό γιατί μετά την βαρεμάρα και την απραξία θέλεις πάντα κάτι να κάνεις. Ενας λόγος παραπάνω δε για μένα που τις περισσότερες ώρες της ζωής μου τις πέρασα μέσα σε ένα σπίτι. Μπορεί να μην ήταν το ίδιο σπίτι (γιατί μετακομίζαμε συχνά) αλλά δεν επαύε να είναι σπίτι χωρίς πολλούς πολλούς φίλους...
Για αυτό και πήγα σε τεχνικό λύκειο για να έχω την δυνατότητα να βρω πιο γρήγορα δουλειά και να είμαι ανεξάρτητη... Η έστω πιο ανεξάρτητη.... Γιατί κάποιοι με το πρόβλημα υγείας που έχω, θεωρούν σχεδόν αδύνατο να με ονομάσουν ανεξάρτητη και αυτόνομη... Χωρίς καν να με έχουν δει...
Ωστόσο... Ποτέ δεν βρήκα δουλειά σε ότι και αν σπούδασα, γιατί ή δεν ήμουν αυτό που έψαχναν ή οι θέσεις ήταν απλά καλλυμένες ή με έβαζαν στην αναμονή ώσπου βαριόμουν και έφευγα από μόνη μου...
Έτσι μου έκανε την πρόταση ο θείος μου να πάω στο μαγαζί του να τον βοηθάω με τα έπιπλα. Να κλείνω παραγγελίες, να σηκώνω τηλέφωνα και να στέλνω νέο υλικό σε πελάτες. Μου φάνηκε εύκολο και ευχάριστο, γιατί μου άρεσε η επικοινωνία - τα νέα προϊόντα και πάνω από όλα, να μιλάω στο τηλέφωνο με τις ώρες... Οπότε και δέχτηκα. Για αρχή. Μέχρι να βρω να κάνω την πρακτική μου. Εστω. Αν έβρισκα δηλαδή.  Μόνο που περίμενα πως θα πληρώνομαι. Εστω και λίγο. Είχα κάνει μάλιστα και λίστα πραγμάτων από τα οποία ήθελα να αγοράσω με τα πρώτα μου λεφτά. Κάτι που τελικά, έμεινε ξανά στο ράφι. Η δουλειά ήταν πολύ περισσότερη από όση περίμενα και οι φωνές στα ακουστικά των τηλεφώνων πολύ άγριες και απαιτητικές, τα ωράρια της δουλειάς καθόλου σταθερά... Και εκεί κατάλαβα την διαφορά της δουλειάς με το χόμπυ. Και εκεί κατάλαβα τι πραγματικά έπρεπε να κάνω και κατέβασα ξανά τα ρολλά μου...

Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Ο Παναγιώτης

Στην Αθήνα γνώρισα και τον Παναγιώτη. Ενα πολυμήχανο ανθρωπάκι με τρομερή δύναμη ψυχής και καταπληκτικό μυαλό και μεγάλη γνώση στην ελληνική γλώσσα. Δεν ήταν φιλόλογος ποτέ και ούτε δάσκαλος σε κάποιο σχολείο, όμως είναι αυτό που λένε μερικοί πως το μεράκι και η θέληση φτάνει και η ζωή θα σε διδάξει από μόνη της όσα σου πρέπουν. Ο Παναγιώτης ασχολήθηκε με τα έπιπλα, όπως και ο πατριός μου. Τον γνώρισα πριν κάμποσα χρόνια μέσα από ένα μπλογκ και τον ανακάλυψα ξανά εδώ και κάτι μήνες τυχαία. από τότε αρχίσαμε να μιλάμε καθημερινά μέσα από μηνύματα και να ανταλλάσουμε απόψεις. Αυτός μου κόλλησε και το μικρόβιο του να γράφω για την ζωή μου πραγματάκια και κάπως έτσι βρίσκομαι σήμερα εδώ και γράφω για σας και πάνω από όλα για μένα... Είναι μεγάλη λύτρωση να τα βγάζεις από μέσα σου... Πολλές φορές με την αμφιβολία κιόλας για το αν σε διαβάζουν και ποιοι...
Στην Αθήνα, αν δεν είχα τον Παναγιώτη, θα περνούσα δύσκολες στιγμές. Κι αυτό γιατί, παρά το γεγονός ότι είχα κάπου να μείνω, δεν είχα παρέα και δεν είχα κανένα τρόπο μετακίνησης μιας και η Αθήνα εκτός από ζούγκλα ήταν και άγνωστη για μένα παντελώς... Το γεγονός και μόνο ότι είχα κάπου να μιλήσω και έναν άνθρωπο να με πάει έστω και δυο στενά παρακάτω από κει που έμενα με χαροποίησε ιδιαίτερα.
Το σπίτι στην Αθήνα ήταν ενός γνωστού μου, μουσικός στο επάγγελμα που κοιμόταν όλες τις πρωινές ώρες, με αποτέλεσμα να ανταλλάσουμε μια ώρα την ημέρα πέντε κουβέντες και ύστερα να φεύγει πάλι για δουλειές. Σαν διαμέρισμα ήταν αρκετά μεγάλο για ένα άτομο σαν εμένα ωστόσο και μόνο το γεγονός ότι έμενε ένας εργένης μέσα και δεν υπήρχε μπαλκόνι, εμένα μου προκαλούσε δυσφορία.

Oι σκέψεις και η Αθήνα

Χρειάστηκε να φύγω στην Αθήνα, όχι για τους γιατρούς μου όπως το υπολόγιζα, αλλά για δουλειές. Δουλειές που κοντεύουν να γίνουν χόμπυ και να εξαφανιστούν σε μια εποχή που ο κόσμος πεινάει και τρώνε μόνο οι λίγοι (Λίγοι χαχα) χωρίς να τους νοιάζει για τον διπλανό και τον παραδιπλανό. Δυστυχώς, η Ελλάδα από τότε που άρχισε να διοικείται από πολλούς και όχι από έναν έχει κάπου χάσει τον προσανατολισμό της. Αλλά δεν θέλω να ανοιχτώ παραπέρα, γιατί θα ξεφύγω και θα δημιουργήσω στρατόπεδα και έχθρες χωρίς λόγο πρωί πρωί.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, το Ιεκ μου εν μέσω κρίσης, στον τομέα μου είχε πολλούς μαθητές και έτσι πολλά άτομα από αυτά, έμειναν χωρίς διαθέσιμη πρακτική. Κι ενώ κάποιοι από μέσα μας έλεγαν ότι είναι εύκολο να βρεις να κάνεις την πρακτική σου, γιατί είσαι φθηνό εργατικό (για να μην πούμε και μηδαμηνών απολαβών και μας χαλάσουμε το όνειρο) δεν ήταν λίγες οι... ''πόρτες'' φάγαμε στα μούτρα και που τρώμε καθημερινά... Λογικό!!! Πού να χωρέσουν 120 παιδιά; Και δεν είναι μόνο ένα Ιεκ στην Θεσσαλονίκη.... Για να μην μιλήσω για την Αθήνα...Που χάνει η μάνα το παιδί και τον παιδί τον άγιο...
Δεν είναι ότι δεν αγαπώ την δημοσιογραφία. Δεν είναι ότι δεν μου αρέσει η είδηση, ότι δεν θέλω να γράφω για αυτήν και να την υπερασπίζομαι. Αλλά τόσες μέρες στην Αθήνα σκεφτόμουν τι κάνω και πού πάω. Τι θα γίνει από δω και πέρα. Στο μυαλό μου τριγυρνούσανε τα χρήματα για τα εισιτήρια, τα χρήματα για την διαμονή, τα φαγητά, τα χρήματα για την μετακίνηση, τα χρήματα γιατί άνθρωπος είσαι - κάτι να σου τύχει και σκεφτόμουν και τους γιατρούς μου. Και εντάξει. Μια μέρα θα είσαι τυχερή και θα μείνεις σε ένα γνωστό, οκ. Μετά τι κάνεις; Και αν νοικιάσεις σπίτι, θα πρέπει να πληρώνεις και κοινόχρηστα και Δεη και Οτε και θα πρέπει να το επιπλώσεις κιόλας... Κι όλο αυτό ενώ θα πρέπει παράλληλα να μαζεύω λεφτά μήπως και τύχει και μου πει ο γιατρός ότι μπορώ να κάνω την εγχείρηση για το πόδι μου και ότι μπορεί να γίνω καλά...
Κι έτσι δεν καταλήγω πουθενά. Απογοητεύομαι απλά για άλλη μια φορά στην ιδέα και μόνο ότι διάλεξα κάτι λάθος. Λάθος.... Για την εποχή λάθος. Που δεν είχα το ενσταντικό κριτήριο να βρω κάτι να με θρέψει. Γιατί αν για σένα που είσαι υγιής είναι μια φορά δύσκολο να βρεις μια δουλειά, για μένα είναι δέκα. Όχι επειδή νιώθω άρρωστη ή ανάπηρη, αλλά επειδ΄ή υπάρχει ο ρατσισμός σε πρώτο πλάνο και δεύτερον δεν μπορώ να σερβίρω όπως εσύ ή να ανέβω πάνω σε ένα μηχανάκι να κάνω ντελίβερι, ή να γίνω μοντέλο ή να κάνω δουλειές τέλος πάντων που εσύ βρίσκεις με το κουτάλι και τις απορρίπτεις επειδή δεν σου αρέσουν. Μακάρι να είχα γερά πόδια και ας έπλενα κάθε μέρα ποτήρια και πιάτα. Με παγωμένο νερό. Αλλά μεγάλος είναι ο Θεός αν θέλει...